Η μηνιγγίτιδα είναι μια μόλυνση με φλεγμονή των μηνίγγων, οι οποίες είναι οι μεμβράνες που περιβάλλουν και προστατεύουν τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό.
Προκαλείται από διάφορους μικροοργανισμούς εκ των οποίων οι συχνότεροι είναι βακτηρίδια και ιοί.
Η βακτηριακή μηνιγγίτιδα είναι συνήθως σοβαρότερη και προκαλείται από βακτηρίδια όπως ο μηνιγγιτιδόκοκκος, ο αιμόφιλος της ινφλουέντζας και ο πνευμονιόκοκκος (στρεπτόκοκκος της πνευμονίας).
Η μηνιγγίτιδα που προκαλείται από τον αιμόφιλο της ινφλουέντζας έχει γίνει λιγότερο συχνή, λόγω του εμβολίου που χορηγείται στα παιδιά για το μικρόβιο αυτό.
Υπάρχει επίσης εμβόλιο και για τον πολύ επικίνδυνο μηνιγγιτιδόκοκκο. Το εμβόλιο προστατεύει από διάφορα στελέχη της οικογένειας των βακτηριδίων αυτών.
Η μηνιγγίτιδα λόγω πνευμονιόκοκκου είναι σπανιότερη. Το εμβόλιο εναντίον του πνευμονιόκοκκου χορηγείται σε ασθενείς ψηλού κινδύνου, όπως για παράδειγμα σε άτομα που έχουν υποστεί σπληνεκτομή.
Τα εμβόλια που προστατεύουν από τα διάφορα μικρόβια που προκαλούν μηνιγγίτιδες πρέπει απαραίτητα να γίνονται, σύμφωνα με τις συστάσεις του παιδιάτρου του κάθε παιδιού.
Επίσης πρέπει να σημειωθεί, ότι σε μικρότερα παιδιά και ιδιαίτερα στα βρέφη συμβαίνουν μηνιγγίτιδες λόγω άλλων μικροβίων όπως αυτά που προέρχονται από τον πεπτικό σωλήνα.
Οι ιογενείς μηνιγγίτιδες δεν είναι τόσο επικίνδυνες και ανησυχητικές όπως οι βακτηριδιακές. Προκαλούνται συχνά από μια οικογένεια ιών που ονομάζονται εντεροϊοί. Πρόκειται για ήπιες, αυτοπεριοριζόμενες λοιμώξεις που διαρκούν μόνο λίγες μέρες.
Οι ιογενείς μηνιγγίτιδες είναι συχνότερες από τις βακτηριακές. Παρατηρούνται ως επί το πλείστον κατά το καλοκαίρι και στην αρχή του φθινοπώρου.
Κλινική εικόνα, συμπτώματα και διάγνωση
Η συχνότητα της μηνιγγίτιδας στην παιδική ηλικία είναι μεγαλύτερη κατά τα πρώτα 5 χρόνια της ζωής. Τα περισσότερα περιστατικά μηνιγγίτιδας παρατηρούνται στην ηλικία μεταξύ 3 και 5 μηνών.
Η κλινική εικόνα που παρουσιάζουν τα παιδιά είναι διαφορετική ανάλογα με την ηλικία.
Τα βρέφη μπορεί να έχουν πυρετό, ανησυχία, κλάμα, εξάνθημα, ληθαργία και φτωχική γενική κατάσταση. Η κατάσταση εδώ είναι δυσκολότερο ν' αναγνωρισθεί διότι τα σημεία που εκδηλώνονται δεν είναι ειδικά και μπορούν να προκληθούν από πολλές άλλες λοιμώξεις της ηλικίας αυτής.
Οι σπασμοί παρατηρούνται περίπου στο 30% των περιπτώσεων. Οι σπασμοί είναι δυνατόν να είναι και το μοναδικό σύμπτωμα.
Τα μεγαλύτερα παιδιά και οι ενήλικες μπορεί να έχουν πυρετό, πονοκέφαλους, φωτοφοβία (τους ενοχλεί το φως και προτιμούν να είναι σε σκοτεινό δωμάτιο), εμετούς, ακαμψία του αυχένα (δυσκολεύονται να λυγίσουν το κεφάλι προς τα μπρος ή μπρος τα πίσω) και βρίσκονται σε μια ευερέθιστη κατάσταση.
Υπάρχει μια ιδιαίτερα σοβαρή περίπτωση όταν ο μηνιγγιτιδόκοκκος περάσει μέσα στην κυκλοφορία του αίματος και προκαλέσει εκτός από τη μηνιγγίτιδα και μηνιγγιτιδοκοκκική σηψαιμία. Η κατάσταση αυτή μπορεί να εκδηλωθεί και να εξελιχθεί πολύ γρήγορα και απειλεί άμεσα τη ζωή.
Το παιδί στις περιπτώσεις αυτές φαίνεται παρά πολύ άρρωστο, εμφανίζει εξάνθημα με μικροαιμορραγίες στο δέρμα που μεγαλώνουν γρήγορα και προκαλούν νεκρώσεις του δέρματος και των ιστών.
Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται επειγόντως ενδοφλέβια αντιβίωση το ταχύτερο δυνατό και εξειδικευμένη αντιμετώπιση.
Η διάγνωση της μηνιγγίτιδας επιβεβαιώνεται από την οσφυονωτιαία παρακέντηση η οποία γίνεται με μια λεπτή ειδική βελόνα στο κάτω μέρος της σπονδυλικής στήλης και λαμβάνεται εγκεφαλονωτιαίο υγρό.
Το υγρό αυτό εξετάζεται άμεσα για την ύπαρξη ή όχι εντός αυτού βακτηριδίων και επίσης γίνεται καλλιέργεια για να φανεί εάν αναπτυχθούν κάποια βακτηρίδια.
Επίσης μετρούνται τα επίπεδα γλυκόζης και πρωτεϊνών μέσα στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στη διαφοροποίηση της βακτηριακής από την ιογενή μηνιγγίτιδα (χαμηλή γλυκόζη και ψηλές πρωτείνες στις βακτηριακές μηνιγγίτιδες).
Θεραπεία, πρόγνωση και πρόληψη
Οι βακτηριακές μηνιγγίτιδες χρειάζονται αντιβίωση για την αντιμετώπισή τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπως εκείνες της μηνιγγίτιδας λόγω μηνιγγιτιδόκοκκου χρειάζεται να δοθεί και προληπτική αντιβίωση στα άτομα του περιβάλλοντος που είχαν στενή επαφή με τον ασθενή.
Στις βακτηριακές μηνιγγίτιδες, η ταχύτητα έναρξης της αντιβίωσης παίζει καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα και στην αποφυγή δυσάρεστων βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιπλοκών.
Η θεραπεία πρέπει να αρχίζει αμέσως μόλις υπάρχει υποψία για βακτηριακή μηνιγγίτιδα. Δεν πρέπει να αναμένονται τα εργαστηριακά αποτελέσματα που πιστοποιούν τη μηνιγγίτιδα προτού αρχίσει μια θεραπεία με αντιβιοτικά ευρέως φάσματος που να εξουδετερώνουν τα συνήθη μικρόβια που προκαλούν μηνιγγίτιδα.
Για τις ιογενείς μηνιγγίτιδες οι αντιβιώσεις δεν βοηθούν. Οι ασθενείς αναρρώνουν συνήθως πλήρως. Δεν υπάρχουν ακόμη εμβόλια εναντίον των ιογενών μηνιγγίτιδων.
Τα παιδιά που έχουν υποστεί βακτηριακή μηνιγγίτιδα, εάν τύχουν άμεσα της κατάλληλης αντιμετώπισης και αντιβίωσης αναρρώνουν στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς προβλήματα.
Υπάρχει όμως μικρή πιθανότητα να παρουσιάσουν κάποιο βαθμό απώλειας της ακοής και γι' αυτό είναι χρήσιμο να γίνεται έλεγχος της ακοής όταν θ' αναρρώσουν.
Όσον αφορά την πρόληψη είναι σημαντικό να τονισθεί ότι η χλωρίνη αδρανοποιεί τον ιό. Η χλωρίνη συνιστάται για το σφουγγάρισμα και τον καθαρισμό επιφανειών μέσα στο σπίτι. Επίσης η θερμοκρασία πάνω από 500 C καταστρέφει τον ιό.
Πρόληψη
Τα βασικά μέτρα προστασίας και πρόληψης εναντίον της μηνιγγίτιδας περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
-
Καθαριότητα στο σπίτι, χρήση χλωρίνης για αποχωρητήρια, μπάνια, κουζίνα και καλός αερισμός
-
Καλό πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και νερό πριν το φαγητό, πριν το μαγείρεμα, μετά το αποχωρητήριο και μετά την αλλαγή της πάνας του βρέφους
-
Καθάρισμα με προσοχή του βρέφους και απομάκρυνση με προσοχή της λερωμένης πάνας του παιδιού, κατά προτίμηση κλεισμένη μέσα σε πλαστικό σακούλι
-
Εμβόλια.
Επίσης ο θηλασμός μπορεί να προφυλάξει τα βρέφη, ιδιαίτερα τα νεογέννητα από τη μηνιγγίτιδα.
Στις περιπτώσεις μηνιγγίτιδας με αιμόφιλο ή μηνιγγιτιδόκοκκο, μπορεί να δοθεί προφύλαξη με αντιβιοτικά στους στενούς συγγενείς ή σε άτομα που είχαν στενή επαφή με τον ασθενή. Η ριφαμπικίνη προσφέρει αποτελεσματική προφύλαξη.