Ο σωματικός και ο ψυχικός πόνος: Ποιες οι διαφορές, ποια η εξέλιξή τους και πώς μας επηρεάζουν;
Ο ψυχικός πόνος, που προκαλείται από διάφορες κοινωνικές εμπειρίες που βιώνουμε ή από λόγια τα οποία μας έχουν πει, έχει διαφορετική εξέλιξη στο χρόνο και επιδράσεις στην προσωπικότητα μας από ότι έχει ο σωματικός πόνος.
Ο σωματικός πόνος ξεθωριάζει με το πέρασμα του χρόνου. Όμως όταν φέρνουμε ξανά στη μνήμη μας ψυχικά τραυματικά γεγονότα που βιώσαμε, όπως για παράδειγμα λόγια που μας είπαν και μας πλήγωσαν ή άσχημες κοινωνικές εμπειρίες στο σπίτι, στην οικογένεια ή στο επαγγελματικό περιβάλλον, τότε ξαναζούμε με ανάλογη ένταση τον αρχικό ψυχικό πόνο.
Το γεγονός ότι ο ψυχικός πόνος δεν ξεθωριάζει με το πέρασμα του χρόνου, ότι το βιώνουμε ξανά όταν ανακαλούμε στη μνήμη μας τα σχετικά γεγονότα και ότι επηρεάζει την προσωπικότητα μας, τεκμηριώθηκε από πειράματα Αμερικανών ψυχολόγων σε πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι ερευνητές οργάνωσαν τέσσερα πειράματα για να μελετήσουν το ζήτημα. Στα πρώτα δύο πειράματα ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να περιγράψουν την ένταση του πόνου που αισθάνονταν όταν προσπαθούσαν να βιώσουν ξανά οδυνηρές σωματικές και ψυχικές εμπειρίες φέρνοντας τις στην μνήμη τους.
Οι συμμετέχοντες έπρεπε να γράψουν με λεπτομέρεια τα γεγονότα και περιστάσεις της κάθε εμπειρίας. Μετά από τις αναφορές αυτές, περιέγραφαν τα αισθήματα που είχαν βιώσει ανακαλώντας στη μνήμη τους τα γεγονότα για να τα περιγράψουν γραπτώς.
Τα υπόλοιπα δύο πειράματα ήταν παρόμοια με τα πρώτα δύο. Επιπρόσθετα όμως τους ζητήθηκε να πραγματοποιήσουν κάποιες εργασίες αμέσως μετά τις γραπτές αναφορές των ψυχικά και σωματικά οδυνηρών εμπειριών τους που έπρεπε να κάνουν.
Συγκεκριμένα τους ζητήθηκε να κάνουν εργασίες που απαιτούσαν γνωστικές δεξιότητες με αυξανόμενο βαθμό δυσκολίας. Η βασική αρχή για την εν λόγω δοκιμασία ήταν ότι όσο περισσότερο πόνο βίωνε κάποιος από τους εθελοντές, τόσο λιγότερο καλή θα ήταν η απόδοση του.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες που έπρεπε να ανακαλέσουν και να γράψουν ψυχικά οδυνηρές κοινωνικές εμπειρίες, βίωναν ξανά πολύ πιο έντονα τις εμπειρίες και ένιωθαν σε ψηλότερο βαθμό έντασης τον πόνο από ότι οι συμμετέχοντες που έπρεπε να ανακαλέσουν στη μνήμη τους σωματικά οδυνηρές εμπειρίες.
Επιπρόσθετα οι συμμετέχοντες που έπρεπε να ανακαλέσουν μόνο σωματικά οδυνηρές εμπειρίες, είχαν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις στις νοητικές εργασίες που γίνονταν μετά και που απαιτούσαν γνωστικές ικανότητες σε σύγκριση με αυτούς που ανακαλούσαν ψυχικά οδυνηρές κοινωνικές εμπειρίες.
Μια πιθανή εξήγηση σύμφωνα με τους ερευνητές για τα ευρήματα αυτά είναι η εξέλιξη των ανθρώπινου εγκεφάλου. Με την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, ο φλοιός του εγκεφάλου κατέστη υπεύθυνος για τις πολύπλοκες λειτουργίες της σκέψης, της αντίληψης και της επεξεργασίας της λόγου.
Η εξέλιξη του φλοιού του εγκεφάλου συνέβαλε τα μέγιστα στις δεξιότητες των αθρώπων να δημιουργούν, να προσαρμόζονται, να λειτουργούν ομαδικά, να συνενώνονται σε κοινότητες, να αναπτύσσουν πολιτισμό όπως επίσης και να ανταποκρίνονται στον πόνο που σχετίζεται με τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις.
Ωστόσο η εξαιρετική αυτή δομή και λειτουργική ικανότητα του εγκεφαλικού φλοιού, επιτρέπει στους ανθρώπους να είναι σε θέση να βιώνουν ξανά, να ζουν κατά κάποιο τρόπο κατ' επανάληψη προηγούμενες εμπειρίες και να αισθάνονται έτσι τον ανάλογο κοινωνικό ψυχικό πόνο.
Θα συγκρατήσουμε λοιπόν ότι ο ψυχικός πόνος όχι μόνο αντέχει περισσότερο στο χρόνο, αλλά και η ανάκληση δια της μνήμης των σχετικών γεγονότων, τον επαναφέρει.
Η αντιμετώπιση των ψυχικά τραυματικών εμπειριών είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η πρόνοια για παροχή φροντίδας για τη διαχρονική τους εξέλιξη θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα επωφελής για αυτούς που υποφέρουν.