Οι
περιοχές του εγκεφάλου που παθαίνουν ατροφία στα πολύ αρχικά στάδια της
ασθένειας του Αλτσχάιμερ, είναι δυνατόν να ανιχνεύονται με τη βοήθεια της
μαγνητικής τομογραφίας (MRI).
Με τον τρόπο αυτό η διάγνωση της πάθησης μπορεί να γίνεται πολύ
νωρίς στην εξέλιξη της προτού ακόμη εκδηλωθούν στον ασθενή τα πρώτα
συμπτώματα που επηρεάζουν αρνητικά τις καθημερινές του δραστηριότητες.
Το γεγονός ότι η μαγνητική τομογραφία προσφέρει τη δυνατότητα
διάγνωσης από τα πρώτα στάδια της νόσου Αλτσχάιμερ, έχει μεγάλη σημασία
τόσο για την παρακολούθηση όσο και για την αποτελεσματικότητα της
θεραπείας με νέα φάρμακα.
Πράγματι, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η χορήγηση όσο το δυνατό πιο
νωρίς στην εξέλιξη της νόσου νέων φαρμάκων, μπορεί να προλαμβάνει την
προοδευτική επιδείνωση που χαρακτηρίζει τη νόσο, από την ήπια απώλεια
μνήμης προς την πλήρη άνοια.
Για τους λόγους αυτούς διαφαίνεται η ανάγκη όπως στα κριτήρια διάγνωσης
της ασθένειας Αλτσχάιμερ να περιλαμβάνονται μορφολογικά, απεικονιστικά
κριτήρια βασισμένα στα ευρήματα της μαγνητικής τομογραφίας του εγκεφάλου.
Εντάσσοντας την εξέταση MRI στην αξιολόγηση των
ασθενών με προβλήματα μνήμης, η έγκαιρη διάγνωση της πάθησης μπορεί να
τυποποιηθεί καλύτερα και να γίνεται με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια.
Τα βαρυσήμαντα αυτά συμπεράσματα προκύπτουν από έρευνα του
πανεπιστημίου της Νοτίου Φλώριδας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ερευνητές
χρησιμοποίησαν ένα νέο σύστημα αξιολόγησης της σοβαρότητας της ατροφίας
στο μέσο κροταφικό λοβό του εγκεφάλου όπως αυτός απεικονίζεται σε
εξετάσεις μαγνητικής τομογραφίας.
Συγκεκριμένα στο μέσο κροταφικό λοβό του εγκεφάλου υπάρχουν 3 δομές που
έχουν καθοριστικό ρόλο στην ενσυνείδητη μνήμη για τα πράγματα και τα
γεγονότα. Οι δομές αυτές είναι ο ιππόκαμπος, ο ενδορινικός φλοιός και ο
περιρινικός φλοιός.
Οι ερευνητές συγκρίναν τις μαγνητικές τομογραφίες 260 ασθενών. Οι
ασθενείς αυτοί εντάσσονταν σε 4 ομάδες: Στην πρώτη ομάδα οι ασθενείς
πιθανόν να είχαν ασθένεια Αλτσχάιμερ, στη δεύτερη και τρίτη εντάσσονταν
ασθενείς με διαφορετικούς βαθμούς ήπιας απώλειας της μνήμης και στην
τέταρτη ομάδα, που ήταν η ομάδα ελέγχου περιλαμβάνονταν ηλικιωμένοι χωρίς
προβλήματα μνήμης.
Τα ευρήματα της σύγκρισης μεταξύ των ομάδων αυτών, έδειξε ότι
υπήρχαν σαφείς διαφορές:
- Οι ανωμαλίες της μνήμης που είχαν διαπιστωθεί κλινικά συσχετίζονταν
με τα ευρήματα του MRI
- Όσο πιο μεγαλύτερη ήταν η ατροφία του εγκεφάλου στις σημαντικές
δομές του κροταφικού λοβού τόσο πιο προχωρημένο ήταν το κλινικό στάδιο
εξέλιξης της νόσου Αλτσχάιμερ
- Οι γιατροί από το πανεπιστήμιο της Νοτίου Φλώριδας, διαπίστωσαν
επιπρόσθετα όι σε ασθενείς που η μαγνητική τομογραφία έδειξε εγκεφαλική
ατροφία αλλά δεν είχαν προβλήματα μνήμης στην αρχική φάση της μελέτης,
αργότερα μετά από ένα ή δύο χρόνια, άρχισαν να παρουσιάζουν απώλεια της
μνήμης τους. Το εύρημα αυτό δείχνει ότι είναι δυνατόν να προβλεφθεί
ποιος θα παρουσιάσει τη νόσο αρκετό χρόνο πριν να γίνουν κλινικά
αντιληπτά τα σημεία της άνοιας με ελλείμματα της μνήμης. Επίσης είναι
δυνατόν έτσι να αποκλείεται η νόσος Αλτσχάιμερ σε ανθρώπους που
παρουσιάζουν προβλήματα μνήμης
Οι ερευνητές δηλώνουν ότι εάν ένας ασθενής δεν
παρουσιάζει ατροφία στις τρεις σημαντικές για τη μνήμη δομές του
κροταφικού λοβού του εγκεφάλου δηλαδή στον ιππόκαμπο, στο ενδορινικό
και στον περιρινικό φλοιό, τότε αυτό σημαίνει ότι δεν πάσχει από
ασθένεια Αλτσχάιμερ. Επιπρόσθετα επισημαίνουν ότι η τοποθέτηση με
έγκυρο και αξιόπιστο τρόπο της διάγνωσης της νόσου Αλτσχάιμερ στο
πολύ αρχικό στάδιο με τη βοήθεια του MRI,
επιτρέπει την έναρξη χορήγησης φαρμάκων νωρίτερα.
Όσο πιο γρήγορα αρχίσουν τα φάρμακα τόσο περισσότερο αυξάνονται
οι πιθανότητες να σταματήσει η προοδευτική επιδείνωση της νόσου και
να επωφεληθεί έτσι ο ασθενής. |
Είναι γεγονός ότι σήμερα αναπτύσσονται νέα φάρμακα για την
καταπολέμηση της ασθένειας Αλτσχάιμερ. Τα φάρμακα αυτά στόχο έχουν να
παρεμβαίνουν στους μηχανισμούς οι οποίοι επιτίθενται στα νευρικά κύτταρα
και τα οδηγούν στη συνέχεια στο θάνατο. Η εμφάνιση των εν λόγω φαρμάκων
που τροποποιούν την εξέλιξη της νόσου καθιστούν καθοριστικής σημασίας
την όσο το δυνατό νωρίτερη διάγνωση της.
Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η συχνότερη αιτία άνοιας. Χαρακτηρίζεται από
απώλεια μνήμης, αποπροσανατολισμό, δυσκολίες του συλλογισμού και εκφυλισμό
των ικανοτήτων ομιλίας και σκέψης.
Η διάγνωση της νόσου γίνεται με τη διαδικασία του αποκλεισμού διότι
υπάρχουν πολλές άλλες ασθένειες ή διαταραχές που μιμούνται τα συμπτώματα
της. Η ιστολογική εξέταση του εγκεφάλου μετά το θάνατο του ασθενούς είναι
σήμερα ο μόνος τρόπος να επιβεβαιωθεί τελεσίδικα η διάγνωση.
Στη διαδικασία της διάγνωσης οι γιατροί λαμβάνουν ένα λεπτομερές
ιατρικό ιστορικό, ζητούν αναλύσεις αίματος, διενεργούν διάφορα τεστ,
νευρολογικά και των πνευματικών λειτουργιών. Επίσης ζητούν απεικονιστικές
εξετάσεις του εγκεφάλου όπως οι αξονικές ή μαγνητικές τομογραφίες για να
βεβαιωθούν ότι δεν υπάρχουν άλλες αιτίες που προκαλούν ελλείμματα της
μνήμης όπως για παράδειγμα τα εγκεφαλικά επεισόδια ή οι όγκοι στον
εγκέφαλο.
Θα συγκρατήσουμε λοιπόν ότι:
- Η απεικονιστική εξέταση του εγκεφάλου με μαγνητική τομογραφία
μπορεί να προσφέρει στην όσο το δυνατό νωρίτερη διάγνωση της νόσου
Αλτσχάιμερ, στην έγκαιρη έναρξη νέων θεραπειών καταπολέμησης της, στην
παρακολούθηση της εξέλιξης της και στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της
θεραπείας
- Η αξιολόγηση των αλλοιώσεων σε σχέση με ατροφία σε ζωτικές για
τη μνήμη δομές του εγκεφάλου που είναι ο ιππόκαμπος, ο ενδορινικός και ο
περιρινικός φλοιός του κροταφικού λοβού, φαίνεται να είναι είναι ένα
χρήσιμο εργαλείο για τη διάγνωση και παρακολούθηση της εξέλιξης της
νόσου