Η μαγνητική τομογραφία (MRI, magnetic resonance imaging) είναι μια ισχυρή μέθοδος απεικόνισης των οργάνων του σώματος. Άρχισε να χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1980. Η επιρροή της στην αντιμετώπιση των ασθενειών ήταν και παραμένει τεράστια. Τα πλεονεκτήματα της είναι πολλά. Ωστόσο, έχει και μειονεκτήματα. Η συνεχής της εξέλιξη με τεχνολογικές αναβαθμίσεις υπόσχονται πολλά, αλλά η χρήση της πρέπει να γίνεται με τον σωστό τρόπο, χωρίς καταχρήσεις και αχρείαστες περιττές εξετάσεις.
Συγγραφέας άρθρου: Δρ Λοΐζου Γ. Λοΐζος *
Στη μαγνητική τομογραφία (MRI) χρησιμοποιούνται μαγνητικά πεδία για τη δημιουργία εικόνων από διάφορα μέρη του σώματος. Οι εικόνες αυτές βοηθούν στο να γίνει η διάγνωση διαφόρων παθήσεων σε παιδιά και σε ενήλικες ασθενείς.
Όλα τα μέρη και όργανα του σώματος του ασθενούς μπορούν να εξερευνηθούν με τη μαγνητική τομογραφία. Οι εικόνες που δημιουργούνται σε όργανα, όπως ο εγκέφαλος, η καρδία, η σπονδυλική στήλη, τα άκρα, τα αιμοφόρα αγγεία (αρτηρίες και φλέβες) και αλλού στο σώμα, είναι σε θέση να προσφέρουν σημαντικές απεικονιστικές λεπτομέρειες που επιτρέπουν με μεγάλη ακρίβεια να καταλάβουν οι γιατροί το τι συμβαίνει στον ασθενή.
Μαγνητική τομογραφία και ακτινοβολία
Στη μαγνητική τομογραφία δεν χρησιμοποιείται ιονίζουσα ακτινοβολία όπως οι ακτίνες Χ που χρησιμοποιούνται για την αξονική τομογραφία (CT scan), στις συνήθεις ακτινογραφίες και στις αγγειογραφίες.
Για το λόγο αυτό δεν επιβαρύνουν τον οργανισμό με ενέργεια από ιονίζουσα ακτινοβολία που δυνατόν να προκαλεί βλάβες στο DNA των κυττάρων, ιδιαίτερα όταν χορηγούνται στους ασθενείς ψηλές δόσεις ακτινοβολίας.
Ακινησία, κλειστοφοβία, απουσία πόνου, θόρυβος, ηρεμιστικά και νάρκωση
Η μαγνητική τομογραφία όπως και η αξονική τομογραφία και η εξέταση με υπερήχους δεν είναι επεμβατική μέθοδος. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να γίνει κάποια επέμβαση στον ασθενή για να διεκπεραιωθεί η εξέταση όπως για παράδειγμα ο καθετηριασμός στην αγγειογραφία.
Στη μαγνητική τομογραφία ο ασθενής δεν αισθάνεται πόνο εξαιτίας της εξέτασης. Ωστόσο ο ασθενής πρέπει να παραμένει εντελώς ακίνητος κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Οι κινήσεις του ασθενούς ακόμη και ελάχιστες επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα των αποτελεσμάτων.
Το γεγονός ότι ο ασθενής πρέπει να μένει ακίνητος αποτελεί μειονέκτημα για την εξέταση. Υπάρχουν ασθενείς που λόγω της ψυχολογίας (άγχος, φόβος), της ηλικίας ή της ασθένειας τους (πόνος, τρέμουλο) αδυνατούν να παραμένουν ακίνητοι.
Υπάρχει επίσης σε μερικούς ανθρώπους το πρόβλημα της κλειστοφοβίας. Πράγματι στη μαγνητική τομογραφία ο ασθενής πρέπει να παραμείνει για αρκετό χρονικό διάστημα ξαπλωμένος στο μηχάνημα που περιβάλλει μέρος του σώματος του και αυτό δημιουργεί σε ορισμένους κλειστοφοβία.
Σε ασθενείς που έχουν κλειστοφοβία, φοβούνται ή δεν μπορούν να μένουν ακίνητοι όπως επίσης και σε παιδιά, για να μπορέσει να γίνει η μαγνητική τομογραφία δυνατόν να χορηγούνται ηρεμιστικά φάρμακα. Σε μερικές περιπτώσεις όπως σε μικρά παιδιά ή ασθενείς που είναι αδύνατον να συνεργαστούν, η εξέταση γίνεται με γενική αναισθησία.
Το μηχάνημα με το οποίο γίνεται η εξέταση, δηλαδή ο μαγνητικός τομογράφος κάνει θόρυβο. Εάν στη εξέταση δεν περιλαμβάνεται το κεφάλι, για αντιμετώπιση του προβλήματος του θορύβου στον ασθενή μπορούν να τοποθετούνται ειδικά ακουστικά που επιτρέπουν απομόνωση από τον ήχο.
Ο μαγνητικός τομογράφος ανοικτού τύπου
Οι μαγνητικοί τομογράφοι ανοικτού τύπου δεν έχουν τη σωληνοειδή δομή δια μέσου της οποίας ο ασθενής διέρχεται για να γίνει η εξέταση. Τα ανοικτού τύπου μηχανήματα δεν δημιουργούν το αίσθημα περιορισμού.
Για το λόγο αυτό, είναι καλύτεροι για άτομα που δεν τους αρέσει να βρίσκονται σε περιορισμένο χώρο ή που έχουν κλειστοφοβία. Το ίδιο ισχύει και για υπερβολικά παχύσαρκα άτομα που δεν μπορούν να εισαχθούν σε κλειστού τύπου μαγνητικούς τομογράφους.
Η λειτουργία του μαγνητικού τομογράφου
Στη μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιείται ενέργεια ραδιοσυχνότητας και διάφορα επίπεδα μαγνητικών πεδίων με επεξεργασία από πολύ ισχυρούς και εξελιγμένους υπολογιστές. Δημιουργούνται λεπτομερείς και καθαρές εικόνες των μερών του σώματος που εξετάζονται.
Κάποτε χορηγείται ειδικό σκιαγραφικό φάρμακο ενδοφλέβια. Η ουσία αυτή επιτρέπει την καλύτερη απεικόνιση ορισμένων δομών του σώματος που φαίνονται στις εικόνες που δημιουργούνται με την εξέταση.
Οι εικόνες αυτές ερμηνεύονται από τους ακτινολόγους οι οποίοι έχουν ειδικά εκπαιδευτεί στο μαγνητικό τομογράφο.
Οι κίνδυνοι της μαγνητικής τομογραφίας: Μέταλλα, καρκίνος, αναφυλαξία και νεφρική λειτουργία
Επειδή στη μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιούνται ισχυρότατοι μαγνήτες, είναι αναγκαίο να αφαιρούνται από τους ασθενείς όλα τα μεταλλικά αντικείμενα προτού εισέλθουν στο χώρο του μηχανήματος.
Αντικείμενα που περιέχουν μέταλλο που επηρεάζεται από μαγνήτη όπως δακτυλίδια, σκουλαρίκια, διάφορα κοσμήματα, στολίδια που τοποθετούνται σε διάφορα μέρη του σώματος, βοηθήματα ακοής, οδοντικές προθέσεις ή στοιχεία ορθοδοντικής θεραπείας πρέπει να αφαιρούνται από τον ασθενή. Εάν υπάρχει αμφιβολία για το είδος ενός μετάλλου να ρωτιέται γιατρός που τα τοποθέτησε.
Επίσης δεν πρέπει να εισέρχονται στο χώρο του μαγνητικού τομογράφου πιστωτικές κάρτες, κινητά τηλέφωνα, άλλες προσωπικές ηλεκτρονικές συσκευές και ρολόγια.
Η μαγνητική τομογραφία δεν σχετίζεται με πρόκληση καρκίνου διότι δεν χρησιμοποιείται σε αυτή ιονίζουσα ακτινοβολία όπως στις ακτινογραφίες και στον αξονικό τομογράφο.
Σε περίπτωση που χρειάζεται να χορηγηθεί σκιαγραφικό φάρμακο για τη μαγνητική τομογραφία υπάρχουν μόνο λίγες πιθανότητες αναφυλακτικής αντίδρασης, δηλαδή σοβαρής αλλεργικής αντίδρασης.
Σε άτομα με πρόβλημα της νεφρικής λειτουργίας υπάρχει μικρός κίνδυνος από την ενδοφλέβια χορήγηση σκιαγραφικού φαρμάκου. Ο κίνδυνος αυτός πρέπει να συζητηθεί μεταξύ του θεράποντος γιατρού του ασθενούς και του ακτινολόγου.
Οι ασθενείς που έλαβαν ηρεμιστικά φάρμακα για να κάνουν τη μαγνητική τομογραφία δεν πρέπει να οδηγήσουν μετά την εξέταση. Για το πότε μπορούν να φάνε ή να πιουν ο γιατρός τους θα τους δώσει οδηγίες ανάλογα με το ηρεμιστικό φάρμακο που τους χορηγήθηκε.
Λόγοι για τους οποίους ένας ασθενής δεν πρέπει να κάνει μαγνητική τομογραφία
Η μαγνητική τομογραφία πρέπει ν' αποφεύγεται σε ασθενείς στους οποίους τοποθετήθηκαν βηματοδότης, απινιδωτής, κοχλιακά εμφυτεύματα, ορισμένοι τύποι ναρθήκων για ανευρύσματα αρτηριών του εγκεφάλου και τεχνητή άρθρωση ισχίου που τοποθετήθηκε πρόσφατα.
Στην εγκυμοσύνη η διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας απαιτεί μεγάλη προσοχή. Κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται διεξοδικά.
Χρειάζεται να καθορίζεται κατά πόσο πραγματικά η εξέταση θα αποδώσει αποτελέσματα που πραγματικά θα επιτρέψουν μια καλύτερη αντιμετώπιση της κατάστασης της εγκύου. Επιπλέον η χρήση του γαδολινίου, που είναι φάρμακο σκιαγράφησης ειδικά για τη μαγνητική τομογραφία, πρέπει να αποφεύγεται.
Τόσο η ένδειξη της εξέτασης μαγνητικής όσο και η χορήγηση του σκιαγραφικού απαιτείται να είναι αποτέλεσμα μιας πολύ προσεκτικής διαβούλευσης μεταξύ των ειδικών που εμπλέκονται στη διαχείριση των προβλημάτων που πιθανόν να παρουσιάζει μια έγκυος.
* Συγγραφέας άρθρου:
Καθηγητής Λοΐζος Γ. Λοΐζου,
Πρόεδρος Ιδρύματος ΕΛΠΙΔΑ για παιδιά με καρκίνο και λευχαιμία,
Κλινικός Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Λευκωσίας,
Παιδίατρος, Παιδογκολόγος-Παιδοαιματολόγος,
τ. Διευθυντής Παιδογκολογικής-Παιδοαιματολογικής Κλινικής
Νοσοκομείο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ΙΙΙ, Λευκωσία.