Το
νέο εμβόλιο εναντίον της πνευμονίας στα παιδιά που άρχισε να χορηγείται
από το 2000, αποδεικνύεται ότι είναι ικανό να προστατεύει από σοβαρές
ασθένειες.Το εμβόλιο αυτό (Prevnar),
περιέχει ένα σύμπλεγμα πρωτεϊνών και πολυσακχαριδίων τα οποία όταν
χορηγηθούν σε παιδιά και βρέφη κάτω των 2 ετών, δημιουργούν άμυνα του
οργανισμού εναντίον του βακτηριδίου πνευμονιόκοκκου (Streptococcus
pneumoniae).
Το βακτηρίδιο του πνευμονιοκόκκου είναι δυνατόν να προκαλεί
πνευμονία, μηνιγγίτιδα, σηψαιμία (μόλυνση του αίματος) και ωτίτιδα.
Το συνδυασμένο αυτό εμβόλιο είναι το μοναδικό που έχει εγκριθεί για
παιδιά κάτω των 2 ετών. Προστατεύει εναντίον 7 διαφορετικών τύπων της
οικογένειας των βακτηριδίων του πνευμονιόκοκκου.
Επιπρόσθετα φαίνεται ότι το εμβόλιο προστατεύει και τους γονείς των
παιδιών από μολύνσεις με το ίδιο μικρόβιο. Η προστασία των ενηλίκων
επιτυγχάνεται χάρις στην παρεμπόδιση της μετάδοσης του βακτηριδίου από τα
παιδιά στους ενήλικες.
Τα βαρυσήμαντα αυτά δεδομένα προέκυψαν από έρευνα που αφορούσε την
αποτελεσματικότητα του
Prevnar που έγινε σε 7
διαφορετικά ιατρικά κέντρα των Ηνωμένων Πολιτειών από επιστήμονες και
γιατρούς των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών.
Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, έδειξαν ότι κατά τον πρώτο χρόνο
μαζικής χορήγησης του εμβολίου εναντίον του πνευμονιοκόκκου στα παιδιά,
υπήρξε μείωση κατά 69% των σηψαιμιών και κατά 44% των μηνιγγίτιδων που
προκλήθηκαν από τον πνευμονιόκοκκο, σε παιδιά κάτω 2 ετών. Δεν
παρατηρήθηκε μείωση των ίδιων ασθενειών σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας στα
οποία είχε χορηγηθεί το ίδιο εμβόλιο.
Εκείνο όμως που επιπρόσθετα παρατηρήθηκε είναι ότι υπήρξε μια παράλληλη
μείωση της τάξης του 32%, των μολύνσεων με πνευμονιόκοκκο, σε ενήλικες
ηλικίας από 20 έως 39 ετών, οι οποίοι δεν είχαν εμβολιασθεί. Αυτό
πιστεύουν οι ερευνητές πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι μειώθηκε η
μετάδοση του παθογόνου βακτηριδίου από τα παιδιά στους ενήλικες.
Ακόμη ένα σημαντικό γεγονός που παρατηρήθηκε από τότε που άρχισε η
χορήγηση του εμβολίου, ήταν η μείωση κατά 35% των στελεχών του
πνευμονιοκόκκου που ανάπτυσσαν ανθεκτικότητα στην πενικιλίνη.
Συμπερασματικά βλέπουμε λοιπόν ότι το εμβόλιο
Prevnar όταν χορηγείται σε παιδιά κάτω των 2
ετών, μειώνει σχεδόν κατά 70% τη συχνότητα σοβαρών μολύνσεων λόγω
πνευμονιοκόκκου (πνευμονία, σηψαιμία, μηνιγγίτιδα, ωτίτιδα), μειώνει
τις μολύνσεις λόγω του ίδιου βακτηριδίου στους ενήλικες και παράλληλα
μειώνει το ποσοστό εμφάνισης ανθεκτικών στελεχών του πνευμονιοκόκκου
στην πενικιλίνη. |
Στον ίδιο τομέα, μια άλλη έρευνα που έγινε επίσης από τα Κέντρα Ελέγχου
και Πρόληψης των Ασθενειών, εξέτασε την αποτελεσματικότητα ενός άλλου
εμβολίου εναντίον του πνευμονιοκόκκου. Το δεύτερο εμβόλιο συστήνεται σε
ηλικιωμένους άνω των 65 ετών.
Το εμβόλιο αυτό (Pneumovax
23) περιέχει ένα σύμπλεγμα πολυσακχαριδίων και ενεργεί
με διαφορετικό τρόπο από το εμβόλιο που εγκρίθηκε για τα παιδιά. Μετά από
τη χορήγησή του, δημιουργεί άμυνα στον οργανισμό εναντίον 23 στελεχών της
οικογένειας των βακτηριδίων του πνευμονιοκόκκου.
Τα στοιχεία που κατέγραψαν οι ερευνητές έδειξαν ότι το εμβόλιο των
ενηλικιωμένων προστατεύει από τη σηψαιμία, μειώνοντας τις περιπτώσεις
μόλυνσης του αίματος από τον πνευμονιόκοκκο κατά 50%, αλλά για για την
πρόληψη της πνευμονίας δεν ήταν αποτελεσματικό στο βαθμό που θα έπρεπε.
Βλέπουμε λοιπόν ότι για τους ηλικιωμένους άνω των 65
ετών οι οποίοι είναι ευάλωτοι στις ασθένειες, υπάρχει ανάγκη για
καλύτερη προστασία από την πνευμονία λόγω πνευμονιοκόκκου, παρά το
γεγονός ότι είναι ικανοποιητική η πρόληψη που δίνεται με το εμβόλιο
εναντίον της περισσότερο θανατηφόρας μηνιγγίτιδας. |
Ίσως να χρειάζονται για άτομα προχωρημένης ηλικίας, εμβόλια που να
λειτουργούν μα τον ίδιο τρόπο όπως το εμβόλιο των παιδιών.
Πιστεύουμε ότι τα αποτελέσματα των πρώτων αξιολογήσεων που έχουν
γίνει για το συνδυασμένο πρωτεϊκό-πολυσακχαριδικό εμβόλιο εναντίον του
πνευμονιοκόκκου στα παιδιά, είναι πολύ σημαντικά. Δείχνουν το δρόμο για
μια πολύ αποτελεσματική πρόληψη και ίσως θα πρέπει να αναμένουμε
περισσότερες έρευνες με στόχο μια ευρύτερη εφαρμογή του εμβολίου αυτού.