Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μια χρόνια, γενικευμένη πάθηση του οργανισμού και των αρθρώσεων. Προσβάλλει πολλές αρθρώσεις, συνήθως συμμετρικά και στις 2 μεριές του σώματος.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα μαζί με την οστεοαρθρίτιδα, είναι οι συχνότερες μορφές αρθρίτιδας που προσβάλλουν τα χέρια.
Στην πάθηση αυτή προσβάλλονται τα κύτταρα που βρίσκονται στις επιφάνειες μεταξύ των οστών και των χόνδρων που σχηματίζουν τις αρθρώσεις. Τα κύτταρα αυτά σχηματίζουν τις υμενικές μεμβράνες των αρθρώσεων.
Οι μεμβράνες των αρθρώσεων παρουσιάζουν φλεγμονή και πρήξιμο. Οι αλλαγές αυτές μπορούν να επηρεάσουν τους γειτονικούς ιστούς και δημιουργούν έτσι παραμόρφωση των χεριών. Ταυτόχρονα προκαλείται και αστάθεια των αρθρώσεων.
Παράλληλα μπορούν να επηρεαστούν και οι τένοντες οι οποίοι συνδέουν τους μυς με τα κόκαλα. Το γεγονός αυτό προκαλεί προβλήματα και περιορισμούς στη λειτουργία των αρθρώσεων. Μερικές φορές μπορεί να παρατηρηθεί και ρήξη των τενόντων.
Εάν κάποιος αναλογιστεί ότι το χέρι έχει 27 κόκαλα που σχηματίζουν ένα μεγάλο αριθμό αρθρώσεων, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η ρευματοειδής αρθρίτιδα του χεριού είναι μια ασθένεια που δυνατόν να προκαλεί λειτουργικές ανεπάρκειες διαφόρων βαθμών σοβαρότητας.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει συχνότερα τις αρθρώσεις των καρπών και τις αρθρώσεις των δακτύλων με το μετακάρπιο δηλαδή τις αρθρώσεις που βρίσκονται στη βάση των δακτύλων.
Η πάθηση προκαλεί πόνο, δυσκαμψία των αρθρώσεων, πρήξιμο, μείωση των λειτουργικών δυνατοτήτων της προσβαλλόμενης άρθρωσης.
Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα κάποιες αρθρώσεις του χεριού μπορεί να επηρεαστούν περισσότερο από άλλες. Είναι επίσης δυνατόν να δημιουργηθούν οζίδια στη ράχη του χεριού και τα δάκτυλα να παρουσιάζουν μια κλίση προς τα έξω, δηλαδή προς την αντίθετη πλευρά από τον αντίχειρα.
Κατά την κίνηση των αρθρώσεων του χεριού είναι δυνατόν να ακούγεται κάποιος θόρυβος όπως το τρίξιμο. Η φλεγμονή των τενόντων του χεριού μπορεί να δημιουργήσει μια μόνιμη κλίση των δακτύλων ή ακόμη μια υπερέκταση προς τα πίσω με παραμόρφωση του δάκτυλου.
Η διάγνωση γίνεται με βάση το ιστορικό και την κλινική εξέταση από το γιατρό. Η ακτινογραφία των χεριών μπορεί να βοηθήσει δείχνοντας αλλαγές στις αρθρώσεις όπως μείωση του χώρου μεταξύ των δύο οστών που αποτελούν μια άρθρωση, αλλοιώσεις των οστών με οστεοσκλήρυνση και την ύπαρξη οζιδίων.
Η θεραπεία έχει στόχο την ανακούφιση από τον πόνο και την αποκατάσταση των λειτουργικών δυνατοτήτων των αρθρώσεων του χεριού.
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν φάρμακα όπως η ασπιρίνη και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα τα οποία μειώνουν τη φλεγμονή, το πρήξιμο και ανακουφίζουν από τον πόνο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ο θεράπων ιατρός μπορεί να κρίνει αναγκαία τη χορήγηση τοπικά με ένεση στεροειδών φαρμάκων (ανάλογα της κορτιζόνης). Η φυσιοθεραπεία και η εργασιοθεραπεία συμπληρώνουν τη φαρμακευτική αγωγή.
Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τα φάρμακα εκτός από τη μείωση της φλεγμονής και την καταπολέμηση του πόνου, συμβάλλουν και στην καθυστέρηση της προοδευτικής εξέλιξης της νόσου. Η ξεκούραση, οι ασκήσεις που συστήνονται από το φυσιοθεραπευτή, ορισμένοι νάρθηκες για τα δάκτυλα ή τον καρπό, συμβάλλουν στην καταπολέμηση της αρθρίτιδας.
Υπάρχουν σήμερα φάρμακα τα οποία διαφοροποιούν την βασική διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος που είναι υπεύθυνη για την πρόκληση της ασθένειας.
Φάρμακα όπως η μεθοτρεχάτη, η κυκλοσπορίνη, τα άλατα του χρυσού, οι τοπικές ενέσεις στεροειδών φαρμάκων και άλλα, μπορούν να τροποποιήσουν την βλάβη που προκαλεί η αυτοάνοση διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος που προσβάλλει τις αρθρώσεις κατά την ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Οι τένοντες που προσβάλλονται από τη ρευματοειδή αρθρίτιδα μπορούν να πάθουν ρήξη. Η ρήξη τενόντων είναι δυνατόν να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στα χέρια. Ανάλογα με τις περιπτώσεις, ο ορθοπεδικός χειρούργος του χεριού μπορεί να διενεργήσει εξειδικευμένες επεμβάσεις σταθεροποίησης των τενόντων, αφαίρεσης οζιδίων, αφαίρεσης φλεγμονώδους ιστού και κατεστραμμένου οστού.
Δυστυχώς δεν υπάρχει ίαση για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Όμως μια κατάλληλη θεραπευτική αγωγή από εξειδικευμένο γιατρό που περιλαμβάνει φάρμακα, φυσιοθεραπεία, εργασιοθεραπεία, ξεκούραση, νάρθηκες και ορθοπεδική αντιμετώπιση εάν χρειάζονται, μπορούν να συμβάλουν σε μια αποτελεσματική μακροχρόνια αντιμετώπιση και σταθεροποίηση της νόσου.