Τα φάρμακα, που χορηγούνται για τη θεραπεία της ψηλής πίεσης μπορούν να προλαμβάνουν και ένα σημαντικό ποσοστό πονοκεφάλων.
Το αποτέλεσμα αυτό, παρατηρείται με φάρμακα από διαφορετικές ομάδες αντιυπερτασικών παραγόντων.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από εργασία Βρετανών γιατρών οι οποίοι ανάλυσαν 94 θεραπευτικές δοκιμές στις οποίες συμμετείχαν 17.641 ασθενείς για χρονική περίοδο 40 ετών. Τα φάρμακα που χορηγούνταν κατά της ψηλής πίεσης και τα οποία βρέθηκαν να μειώνουν τους πονοκεφάλους περιλάμβαναν 4 τάξεις αντιυπερτασικών φαρμάκων, τα διουρητικά, τους αναστολείς του ενζύμου μετατροπής και τους ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτασίνης II.
Από τους ασθενείς που λάμβαναν φάρμακα για να μειώνουν την ψηλή τους πίεση, υπήρχαν 30% λιγότεροι που δήλωναν ότι είχαν πονοκέφαλους σε σύγκριση με τους ασθενείς που δεν λάμβαναν αντιυπερτασικά φάρμακα αλλά μόνο εικονικό φάρμακο (πλασέμπο). Η προληπτική δράση κατά των πονοκεφάλων παρατηρείτο με όλες τις οικογένειες φαρμάκων που λάμβαναν οι ασθενείς.
Το γεγονός, ότι το ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή η μείωση των πονοκεφάλων παρατηρείται με διαφορετικές ομάδες φαρμάκων, που έχουν ως κοινή δράση τη μείωση της ψηλής πίεσης, δείχνει πιθανότατα ότι ο λόγος μείωσης των πονοκεφάλων είναι η μείωση της πίεσης.
Οι πονοκέφαλοι που προκαλούνται λόγω ψηλής πίεσης εντοπίζονται στο πίσω μέρος της κεφαλής. Συνήθως το πρωί είναι χειρότεροι. Επίσης η ψηλή πίεση μπορεί να είναι αιτία έναρξης και άλλων τύπων πονοκέφαλου, συγκεκριμένα ημικρανίας.
Οι ασθενείς, που πάσχουν από συχνούς πονοκεφάλους πρέπει να ελέγχονται για την αρτηριακή τους πίεση. Η ψηλή πίεση πολύ συχνά υπάρχει και εξελίσσεται αθόρυβα. Ο πονοκέφαλος μπορεί να είναι η αιτία ανίχνευσης της πάθησης.
Οι ασθενείς, που ήδη παρουσιάζουν ψηλή πίεση πρέπει να παίρνουν κανονικά τα φάρμακα τους, διότι αυτό μπορεί να τους απελευθερώνει από την ημικρανία και άλλους πονοκεφάλους που πιθανόν να παρουσιάζουν. Μεταξύ των ασθενών με πονοκέφαλο και ψηλή πίεση, ο 1 στους 3 απαλλάσσεται από τους πονοκεφάλους όταν λαμβάνει σωστά τη θεραπεία του με τα αντιυπερτασικά φάρμακα.
Σήμερα οι γιατροί επιμένουν ότι οι μετρήσεις της συστολικής και διαστολικής αρτηριακής πίεσης, πρέπει να είναι χαμηλότερες από ότι προηγουμένως θεωρείτο αποδεκτό. Παλαιότερα ο στόχος των θεραπειών κατά της πίεσης ήταν, η συστολική πίεση να είναι κάτω των 140 mmHg και η διαστολική κάτω των 90 mmHg.
Τώρα διάφορες έρευνες σε ομάδες ψηλού κινδύνου, δείχνουν ότι είναι ασφαλέστερο, η συστολική πίεση να είναι κάτω των 130 mmHg και η διαστολική κάτω των 80 mmHg.
Η ψηλή πίεση έχει ονομασθεί από πολλούς ως ο σιωπηλός δολοφόνος. Πράγματι μπορεί να εξελίσσεται χωρίς να προκαλεί κλινικά προβλήματα που να οδηγούν στην ανίχνευση της. Επίσης πολλοί ασθενείς στους οποίους η διάγνωση έγινε, δεν λαμβάνουν τα φάρμακα που τους χορηγούνται με αποτέλεσμα οι βλάβες σε διάφορα συστήματα να επεκτείνονται και να επιδεινώνονται.
Η κακή αντιμετώπιση της ψηλής πίεσης μπορεί να επιφέρει καρδιακή προσβολή, καρδιακή ανεπάρκεια, εγκεφαλικά επεισόδια, νεφρική ανεπάρκεια, απώλεια όρασης και τύφλωση.