Το μετατραυματικό στρες επηρεάζει περίπου 5% των παιδιών και εφήβων έως 18 ετών. Είναι συχνότερο στα κορίτσια απ' ότι στα αγόρια.
Πράγματι, το έντονο στρες λόγω διάφορων γεγονότων εκδηλώνεται στην πλειονότητα των παιδιών. Το στρες αυτό, τα επηρεάζει συναισθηματικά και σωματικά.
Συνήθως η αντίδραση των παιδιών είναι παροδική. Συνέρχονται και ανακάμπτουν γρήγορα, από τις αρνητικές εμπειρίες μιας κατάστασης, που τους προκάλεσε στρες, χωρίς να παρουσιάζουν περαιτέρω προβλήματα.
Δυστυχώς, υπάρχουν και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα παιδιά πιθανόν να υποβληθούν σε καταστάσεις, οι οποίες είναι τόσο άσχημες, που είναι δυνατόν να τους προκαλέσουν συνεχιζόμενα ή μόνιμα προβλήματα.
Το σύνολο των διαταραχών που εκδηλώνονται σε ένα παιδί μετά από μια πολύ άσχημη εμπειρία ονομάζεται σύνδρομο ή διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Τα γεγονότα που μπορούν να συμβούν, τα οποία πιθανόν να προκαλέσουν μεγάλο στρες ή ένα σωματικό, ή ψυχικό τραυματισμό σε ένα παιδί μπορεί να έχουν σχέση με καταστάσεις όπου απειλήθηκε ή κινδύνευσε η ζωή του ιδίου ή κάποιου άλλου. Επίσης το ίδιο ισχύει σε περιπτώσεις τραυματισμού σε δυστύχημα, όταν το παιδί ήταν θύμα κακοποίησης ή ακόμη όταν γινόταν μάρτυρας σκηνών βίας μέσα στην οικογένεια. Η σεξουαλική κακοποίηση, οι φυσικές καταστροφές όπως οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, οι σεισμοί ή ακόμη ασθένειες που πιθανόν να απειλούν τη ζωή του παιδιού, είναι παραδείγματα άσχημων εμπειριών που πιθανόν να συνοδευτούν από διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Ο κίνδυνος ν' αναπτύξει το παιδί τη διαταραχή, σχετίζεται με την ένταση της σωματικής ή ψυχικής τραυματικής εμπειρίας, το πόσο κοντά στο τραυματικό γεγονός ήταν το παιδί, τη σχέση του παιδιού με το θύμα και το κατά πόσο η τραυματική εμπειρία ήταν επαναλαμβανόμενη ή όχι.
Στα αρχικά στάδια μετά από την τραυματική εμπειρία, το παιδί είναι δυνατόν να είναι αναστατωμένο ή να έχει μια συγχυσμένη συμπεριφορά. Επίσης μπορεί να έχει έντονους φόβους, θυμό, λύπη, αίσθημα αδυναμίας, άρνηση, αίσθημα τρόμου ή ακόμη αίσθημα ότι κανείς δεν μπορεί να το βοηθήσει.
Έχει παρατηρηθεί σε παιδιά που έχουν υποβληθεί σε επαναλαμβανόμενες τραυματικές εμπειρίες, ότι αναπτύσσουν ένα μηχανισμό συναισθηματικού μουδιάσματος (διαχωρισμός), με στόχο να καταπνίξουν τον πόνο και το τραύμα που υφίστανται.
Τα παιδιά που πάσχουν από σύνδρομο μετατραυματικού στρες αποφεύγουν τις καταστάσεις που τους θυμίζουν την τραυματική εμπειρία ή να πηγαίνουν σε τόπους που συσχετίζονται με αυτή. Επίσης πιθανόν να μειωθεί η συναισθηματική τους ανταπόκριση, να παρουσιάσουν κατάθλιψη, να είναι αποτραβηγμένα και να απομακρύνουν τα συναισθήματα τους.
Ένα παιδί που πάσχει από σύνδρομο μετατραυματικού στρες μπορεί να νιώθει ή να βιώνει ξανά την τραυματική εμπειρία, με διάφορους τρόπους ή μηχανισμούς:
- Πιθανόν να φέρνει ξανά στη μνήμη του, τα τραυματικά γεγονότα.
- Μπορεί να έχει όνειρα, που το αναστατώνουν ή του προκαλούν τρόμο.
- Όταν το ίδιο θυμάται ή άλλοι του θυμίζουν την τραυματική εμπειρία είναι δυνατόν να παρουσιάζει κατ' επανάληψη τα σωματικά και ψυχικά προβλήματα.
- Σε ορισμένες περιπτώσεις τα παιδιά ενεργούν και αισθάνονται όπως εάν η τραυματική κατάσταση συμβαίνει ξανά.
Τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να έχουν επιπρόσθετα, τα ακόλουθα συμπτώματα:
- Αγωνία για το ότι πιθανόν να πεθάνουν πιο νωρίς.
- Χάνουν το ενδιαφέρον τους για οποιαδήποτε δραστηριότητα.
- Παρουσιάζουν συνεχή σωματικά συμπτώματα όπως πονοκέφαλο και πόνους στο στομάχι.
- Εκδήλωση ξαφνικών και ακραίων αλλαγών της συναισθηματικής τους κατάστασης.
- Πιθανόν να παρουσιάζουν ευερεθιστότητα και οργισμένα ξεσπάσματα.
- Προβλήματα συγκέντρωσης.
- Παρουσιάζουν συμπεριφορά, που δεν αρμόζει στην ηλικία τους αλλά σε παιδιά νεαρότερης ηλικίας.
- Προβλήματα ύπνου και αϋπνίες.
- Μειωμένο ενδιαφέρον για το περιβάλλον τους.
- Επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά που τους θυμίζει την τραυματική εμπειρία.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου μπορεί να διαρκέσουν από μερικούς μήνες μέχρι μερικά χρόνια. Η καλύτερη προσέγγιση είναι σίγουρα η πρόληψη της τραυματικής κατάστασης. Όμως όταν συμβεί αυτή, η καλύτερη αντιμετώπιση, είναι η έγκαιρη και γρήγορη θεραπευτική παρέμβαση.
Η υποστήριξη του παιδιού από τους γονείς του, από το σχολείο και από τους συνομήλικους του, είναι μεγάλης σημασίας.
Το κεντρικό σημείο της προσέγγισης είναι η παροχή ξανά στο παιδί ενός αισθήματος ασφάλειας.
Η ψυχοθεραπεία, που μπορεί να είναι ατομική, οικογενειακή ή ομαδική, επιτρέπει στο παιδί να εκφραστεί με διάφορους τρόπους (συνομιλία, σχέδιο, παιγνίδι, γράψιμο) και μπορεί να είναι βοηθητική.
Υπάρχουν επίσης ψυχοθεραπευτικές τεχνικές τροποποίησης της συμπεριφοράς και γνωστικές θεραπείες που μπορούν να βοηθήσουν το παιδί ή τον έφηβο.
Σε μερικές περιπτώσεις είναι πιθανόν να χρειαστούν φάρμακα για την αντιμετώπιση των ανησυχιών και της ταραχής που αισθάνεται ένα παιδί, όπως επίσης και για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης.
Η συμβολή του ειδικού Παιδοψυχιάτρου και του Ψυχολόγου στην αντιμετώπιση του μετατραυματικού στρες είναι καθοριστική για τη διάγνωση και ίαση του παιδιού.
Η οικογένεια και το περιβάλλον του παιδιού, όπως επίσης και οι ειδικοί επαγγελματίες μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά το παιδί ή τον έφηβο που πάσχει από σύνδρομο μετατραυματικού στρες, επιτρέποντάς του ν' αντεπεξέλθει στις αναμνήσεις της τραυματικής εμπειρίας και να καταφέρει να έχει μια υγιή και παραγωγική ζωή.