Τα παιδιά σχολικής ηλικίας, που χάνουν έστω και μια ώρα από τον καθημερινό νυχτερινό τους ύπνο, παρουσιάζουν μείωση της προσοχής και των νοητικών τους λειτουργιών.
Τα παιδιά σχολικής ηλικίας χρειάζονται τουλάχιστο 9 ώρες ύπνου, για να ξεκουραστούν καλά. Σήμερα όμως η τηλεόραση, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, το διαδίκτυο και άλλες ελκυστικές για τα παιδιά δραστηριότητες, τα εμποδίζουν από το να κοιμηθούν όταν πρέπει.
Επιπρόσθετα, πολλά παιδιά έχουν στο υπνοδωμάτιο τους τηλεόραση, κινητά τηλέφωνα ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές. Το υπνοδωμάτιο, από τόπος ύπνου και ξεκούρασης γίνεται χώρος για πολλές άλλες δραστηριότητες, που τα κρατά ξύπνια.
Οι γονείς πολλές φορές δεν αντέχουν στις πιεστικές απαιτήσεις των παιδιών τους για να μείνουν ξύπνια. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι ο συνολικός χρόνος που κοιμούνται τα παιδιά σχολικής ηλικίας συνεχώς μειώνεται.
Γιατροί από το Ισραήλ εξέτασαν 77 παιδιά ηλικίας από 9 έως 12 ετών για να εξακριβώσουν τις επιπτώσεις της στέρησης ύπνου σ' αυτά. Χρησιμοποίησαν μια ειδική συσκευή που τοποθετούταν σαν ρολόι στο χέρι των παιδιών, για να καταγράφουν τις δραστηριότητες τους επί συνεχούς βάσης.
Τα αποτελέσματά τους έδειξαν ότι τα παιδιά που είχαν 41 λεπτά λιγότερο ύπνο παρουσίαζαν λιγότερο καλά αποτελέσματα όσον αφορά τη μνήμη, τις νοητικές λειτουργίες, την ετοιμότητα και δυναμικότητα σε σύγκριση με τα παιδιά που κοιμόντουσαν μια ώρα περισσότερο.
Σε μια άλλη έρευνα που έγινε από γιατρούς της Ιατρικής Σχολής του Κεντάκι, φάνηκε ότι η στέρηση ύπνου στα παιδιά δημιουργεί μια κλινική εικόνα που μοιάζει πάρα πολύ με το σύνδρομο Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής με Υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ).
Τα παιδιά που πάσχουν από ΔΕΠΥ παρουσιάζουν παρορμητική συμπεριφορά, ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα με υπερβολική δραστηριότητα. Δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν, αφαιρούνται και ξεχνούν εύκολα.
Υπολογίζεται ότι επηρεάζονται από το ΔΕΠΥ περίπου 5% των παιδιών. Τα αγόρια επηρεάζονται συχνότερα από τα κορίτσια.
Στην έρευνα τους οι γιατροί από το Κεντάκι διαπίστωσαν ότι περίπου 25% των παιδιών με ήπιας μορφής ΔΕΠΥ, στην ουσία έπασχαν από έλλειψη ύπνου λόγω του συνδρόμου της άπνοιας του ύπνου.
Το σύνδρομο της άπνοιας του ύπνου, λόγω ανατομικών ανωμαλιών προκαλεί ροχαλητό και δεν επιτρέπει στα παιδιά να κοιμούνται κανονικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν κακή ποιότητα ύπνου και πάσχουν από χρόνια έλλειψη ύπνου. Η χρόνια έλλειψη ύπνου, τους δημιουργεί ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα με αποτέλεσμα να θεωρούνται ότι πάσχουν από ΔΕΠΥ.
Δυστυχώς, αφού τεθεί η διάγνωση ΔΕΠΥ, τους δίνεται φαρμακευτική αγωγή γεγονός που περιπλέκει την κατάσταση. Εάν όμως διορθωθεί η οργανική αιτία που προκαλεί την ανεπάρκεια του ύπνου τους, δηλαδή το σύνδρομο της άπνοιας του ύπνου, τότε τα παιδιά ανακάμπτουν και δεν παρουσιάζουν ΔΕΠΥ.
Βλέπουμε λοιπόν στα δύο παραδείγματα που μας αναφέρονται από τις έρευνες στο Ισραήλ και στο Κεντάκι, ότι οποιαδήποτε και εάν είναι η αιτία που προκαλεί στέρηση ύπνου, το αποτέλεσμα είναι μια μείωση των πνευματικών δεξιοτήτων και της μνήμης του παιδιού.
Πιστεύουμε, ότι είναι απαραίτητο παιδιά που θεωρούνται ότι πάσχουν από ΔΕΠΥ να ελέγχονται κατά πόσο παρουσιάζουν ροχαλητό ή πάσχουν από το σύνδρομο άπνοιας του ύπνου. Σε τέτοιες περιπτώσεις η θεραπεία της οργανικής αιτίας που προκαλεί τη στέρηση ύπνου στο παιδί, θα διορθώσει και το σύνδρομο ΔΕΠΥ.
Τα άλλα παιδιά σχολικής ηλικίας θα πρέπει απαραίτητα να κοιμούνται τουλάχιστο για 9 ώρες κάθε βράδυ για να μπορέσει ο εγκέφαλός τους να αναπτυχθεί και να αποδώσει στο μέγιστο δυνατό βαθμό.