Οι
γιατροί δεν θα έπρεπε να χορηγούν αντιβιοτικά σε ασθενείς με την κοινή
μορφή ιγμορίτιδας και ρινίτιδας. Ακόμα και εάν η εξέλιξη των συμπτωμάτων
είναι μεγαλύτερη των 7-10 ημερών, δεν θα έπρεπε να χορηγούνται
αντιβιοτικά.Οι μολύνσεις του άνω αναπνευστικού συστήματος αποτελούν
την τρίτη συχνότερη αιτία επίσκεψης σε γιατρό. Περίπου το 33% των
μολύνσεων αυτών είναι οξεία ιγμορίτιδα ή ρινίτιδα.
Για τους γιατρούς είναι πολύ δύσκολο να διαγνώσουν κατα πόσο η αιτία
της μόλυνσης είναι ένα βακτηρίδιο ή ένα ιός. Για το λόγο αυτό, συχνά
χορηγούν αντιβιοτικά τα οποία είναι ενεργά εναντίον των βακτηριδίων αλλά
χωρίς δράση κατά των ιών.
Η υπερβολική και αδικαιολόγητη χορήγηση των αντιβιοτικών δημιουργεί
προβλήματα και είναι χωρίς όφελος για τους ασθενείς. Στις Ηνωμένες
Πολιτείες υπολογίζεται ότι στο 80% των ασθενών με ιγμορίτιδα και ρινίτιδα
χορηγούνται αντιβιοτικά. Στην Ευρώπη το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται
μεταξύ 70% και 92%.
Στις χώρες με τη μεγαλύτερη χρήση αντιβιοτικών, παρατηρούνται τα
μεγαλύτερα ποσοστά ανθεκτικότητας των βακτηριδίων. Οι αυξημένες
αντιστάσεις των βακτηριδίων στα αντιβιοτικά, έχουν οδηγήσει σε μεγαλύτερα
ποσοστά ασθενειών και θανάτων παγκόσμια λόγω μολύνσεων.
Τα σημαντικά αυτά συμπεράσματα προκύπτουν από ανάλυση 9 θεραπευτικών
ερευνών σε 2.547 ασθενείς. Η εργασία έγινε από γιατρούς του Ινστιτούτου
Κλινικής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Βασιλείας στην
Ελβετία.
Οι ασθενείς είχαν συμπτώματα ρινίτιδας και ιγμορίτιδας. Με τυχαία
κατανομή, τους χορηγήθηκε είτε αντιβιοτικό είτε εικονικό φάρμακο
(πλασέμπο).
Οι ερευνητές εξέτασαν τις συνολικές επιδράσεις της θεραπείας με
αντιβιοτικά. Μελέτησαν επίσης την προγνωστική αξία των σημείων και
συμπτωμάτων της νόσου όσον αφορά στην εξέλιξη της νόσου. Συγκεκριμένα
μελέτησαν τον αριθμό των ασθενών που έπρεπε να λάβουν θεραπεία με
αντιβίωση για να επιτευχθεί ή ίαση ενός ασθενούς.
Τα ευρήματα τους έδειξαν ότι για να επιτευχθεί η ίαση ενός μόνο
ασθενούς χρειαζόταν να χορηγηθούν αντιβιοτικά σε 15 ασθενείς. Σε ασθενείς
που είχαν εκκρίσεις με φλέγματα, ο αριθμός αυτός μειωνόταν στους 8.
Οι περισσότερο ηλικιωμένοι ασθενείς ανέφεραν ότι είχαν συμπτώματα για
περισσότερες μέρες ή είχαν σοβαρότερα συμπτώματα. Επίσης χρειάζονταν
περισσότερο χρόνο για να ιαθούν αλλά είχαν περισσότερες πιθανότητες να
επωφεληθούν από τα αντιβιοτικά σε σύγκριση με τους νεότερους σε ηλικία
ασθενείς.
Οι ερευνητές συμπέραναν ότι:
- Στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, τα αντιβιοτικά προσφέρουν λίγο
όφελος στους ασθενείς με ενοχλήσεις τύπου ιγμορίτιδας και
ρινίτιδας
- Τα συνήθη κλινικά σημεία και συμπτώματα, δεν μπορούν να
βοηθήσουν στην αναγνώριση των ασθενών εκείνων που θα μπορούσαν να
βοηθηθούν από μια θεραπεία με αντιβίωση και στους οποίους τα
αντιβιοτικά θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένο να χορηγηθούν
λαμβάνοντας υπόψη το κόστος, τις παρενέργειες και την
ανθεκτικότητα βακτηριδίων που δημιουργούν
- Η χορήγηση των αντιβιοτικών δεν δικαιολογείται ακόμη και σε
ασθενείς που έχουν ενοχλήσεις τύπου οξείας ιγμορίτιδας και
ρινίτιδας για περισσότερο από 7 έως 10 μέρες
- Επισημαίνουν ότι τα συμπεράσματα τους δεν ισχύουν για παιδιά
και για ασθενείς με προβλήματα της άμυνας τους όπως οι
ανοσοκασταλμένοι ή οι καρκινοπαθείς που παίρνουν χημειοθεραπεία
- Για τους περισσότερους ασθενείς που παρουσιάζονται με οξεία
ιγμορίτιδα και ρινίτιδα στη συνήθη καθημερινή πρακτική των
γιατρών, η προσεκτική παρακολούθηση με χορήγηση θεραπείας για
ανακούφιση από τα συμπτώματα είναι η μέθοδος επιλογής
|
Είναι απαραίτητο να γίνουν συστηματικές προσπάθειες για να
κατανοήσουν όχι μόνο οι γιατροί αλλά ιδιαίτερα οι ασθενείς ότι τα
αντιβιοτικά πολύ συχνά δεν είναι ωφέλιμα για την ιγμορίτιδα, τη
ρινίτιδα, την ωτίτιδα και τη φαρυγγίτιδα. Οι ασθενείς δεν πρέπει να
πιέζουν τους γιατρούς να τους χορηγούν αντιβιοτικά.
Η προσεκτική παρακολούθηση είναι προτιμότερη μέθοδος στην
αντιμετώπιση των κοινών μορφών των εν λόγω παθήσεων. Η προσεκτική χρήση
των αντιβιοτικών θα μειώνει τις παρενέργειες στους ασθενείς, τη δημιουργία
ανθεκτικών μικροβίων που προκαλούν θανάτους και το οικονομικό κόστος στα
συστήματα κάλυψης δαπανών υγείας.